Είναι αλήθεια πως το ελληνικό σχολείο έχει πολλές αδυναμίες και πολλές ελλείψεις. Όσοι έχουν στενή επαφή σχολεία, γνωρίζουν καλά ότι η γενική εκπαίδευση στην Ελλάδα ανταποκρίνεται μόνο σε όσους αγαπούν το διάβασμα και τις ακαδημαϊκές γνώσεις. Αυτοί δεν έχουν πρόβλημα, πιέζονται λίγο, αλλά τα καταφέρνουν, σε γενικές γραμμές. Με τους υπόλοιπους όμως, τι γίνεται;
Υπάρχουν πολλά παιδιά που δεν ευχαριστιούνται το σχολείο, δεν τους αγγίζουν όσα ακούν, κι έτσι γρήγορα χάνουν το ενδιαφέρον τους για μάθηση. Στο δημοτικό οι γονείς σας πιέζουν περισσότερο να διαβάζετε, αλλά όσο μεγαλώνετε, η μελέτη έχει νόημα μόνο αν είναι προσωπική σας υπόθεση. Έτσι, όποιος δεν έχει βρει ενδιαφέρον στο διάβασμα παίρνει τη ρετσινιά του «κακού μαθητή», έχει χαμηλές επιδόσεις, οι οποίες με τη σειρά τους φέρνουν εντάσεις στο σπίτι. Συχνά έντονες και δυσάρεστες. Η ελληνική οικογένεια δεν δέχεται εύκολα ότι το παιδί της μπορεί να μην τα καταφέρνει στο σχολείο. Ακόμη λιγότερο δέχεται την πιθανή απόφαση του παιδιού να μη θέλει να σπουδάσει σε πανεπιστήμιο. Οι γονείς φωνάζουν, απειλούν και μερικές φορές τιμωρούν τα παιδιά με διάφορους τρόπους επειδή δεν τα πάνε καλά στο σχολείο. Αλλά ακόμη κι όταν οι γονείς αναγκαστούν να το δεχτούν αυτό, υπάρχει μία διάχυτη αίσθηση απογοήτευσης και δυσαρέσκειας, που στενοχωρεί τον έφηβο και τον κάνει να νιώθει αποτυχημένος. Έτσι, πολλοί από σας προσπαθείτε να έχετε σχετικά καλές επιδόσεις για να μην προκαλείτε τους γονείς τους.
Για να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά, χρειάζεται να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν αρέσουν όλα τα πράγματα σε όλους τους ανθρώπους, ούτε είμαστε όλοι καλοί σε όλα. Υπάρχουν κλίσεις και ενδιαφέροντα που ποικίλουν σε κάθε άνθρωπο. Δεν είναι καθόλου κακό, ούτε ντροπή να μη θέλει κάποιος να σπουδάσει σε πανεπιστήμιο. Μπορεί δηλαδή ένας έφηβος να μην είναι καλός μαθητής, αλλά να είναι καλός σε κάτι άλλο, στα αθλητικά, σε καλλιτεχνικές δραστηριότητες (μουσική, χορός, θέατρο, ζωγραφική, κλπ) ή σε χειρωνακτικές εργασίες. Μπορεί να θέλει να ασχοληθεί με τη μαγειρική ή να δουλέψει σε κατάστημα ή σε συνεργείο αυτοκινήτων ή απλά οπουδήποτε. Όλα αυτά είναι αποδεκτά και δεν υπάρχει «καλύτερο» και «χειρότερο», υπάρχει μόνο το κατάλληλο για τον καθένα μας. Δεν χρειάζεται να συγκρινόμαστε μεταξύ μας. Άλλωστε θα ήταν πολύ βαρετό να είμαστε όλοι ίδιοι! Το πρόβλημα προκύπτει όταν βάζουμε ταμπέλες στα πράγματα. Το ελληνικό σχολείο δεν παρέχει επαγγελματικό προσανατολισμό και δεν βοηθάει καθόλου τους εφήβους να βρουν τις κλίσεις τους. Ακόμη και οι μαθητές των υψηλών βαθμών συχνά δεν γνωρίζουν τι θέλουν και αποφασίζουν με λανθασμένα κριτήρια. Έτσι εξηγείται και το φαινόμενο ότι συχνά κουράζονται για να μπουν σε πανεπιστημιακές σχολές που τελικά δεν τους αρέσουν.
Πρώτα από όλα, λοιπόν, χρειάζεται να εμπιστεύεστε οι ίδιοι την κλίση σας, να μάθετε να αναγνωρίζετε τι είναι αυτό που σας ευχαριστεί και να το εκφράζετε, χωρίς ντροπή και δισταγμό. Να ψάξετε πρώτα μέσα σας και μετά γύρω σας, να ρωτάτε, να βρίσκετε πληροφορίες για αυτό που θέλετε να κάνετε. Να εξηγήσετε στους γονείς σας πώς βλέπετε το μέλλον σας, ποιες είναι οι κλίσεις του και ποιος ο προσωπικός σας στόχος. Δεν είστε αποτυχημένοι επειδή δεν τα πάτε καλά στο σχολείο. Το επόμενο βήμα όμως είναι να καλλιεργήσετε αυτή την κλίση σας με εργατικότητα, χωρίς τεμπελιά, δηλαδή να είστε σοβαροί και συνεπείς. Έτσι θα σας σεβαστούν και οι ενήλικες στο περιβάλλον σας, ακόμη κι αν έχουν αρχικά ξαφνιαστεί ή διαφωνούν με την επιλογή σας.
Ωστόσο, χρειάζεται μεγάλη προσοχή σε μία βασική λεπτομέρεια: Είναι διαφορετικό πράγμα να προτιμά κάποιος έφηβος να ασχοληθεί, π.χ με τον αθλητισμό ή το θέατρο και να δουλεύει γι’ αυτό τον στόχο, αντί να διαβάζει για τις πανελλαδικές εξετάσεις, και είναι διαφορετικό πράγμα να τεμπελιάζει γενικά και να προφασίζεται ότι δεν του αρέσει τίποτα απλώς και μόνο επειδή δεν θέλει να κουραστεί. Η εργατικότητα είναι το πιο βασικό συστατικό της δημιουργίας και χωρίς εργατικότητα δεν πετυχαίνει και δεν ξεχωρίζει κανείς σε τίποτα.