Η εφηβεία είναι μία επαναστατική και ανατρεπτική περίοδος. Έχει τεράστια δυναμική ροή, ακόμη και όταν τα παιδιά την «περνάνε χαλαρά και ήρεμα», χωρίς να ενοχλούν ή να προβληματίζουν τους γονείς τους με κάποια αντιδραστική ή παραβατική συμπεριφορά. Οι αλλαγές συμβαίνουν ούτως ή αλλιώς και αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς κραδασμούς. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι κάθε παιδί περνά τη δική του εφηβεία. Είναι μία εντελώς προσωπική διαδικασία, η οποία υπόκειται φυσικά σε κάποιες ομοιότητες που επιτρέπουν γενικεύσεις μεταξύ των εφήβων, αλλά αυτό συμβαίνει μόνο μέχρι ενός σημείου.

Κάθε παιδί έχει το δικό του ρυθμό ανάπτυξης, τον δικό του ψυχισμό και ζει σε συγκεκριμένο περιβάλλον. Αυτοί οι τρεις παράγοντες συντείνουν ώστε να βιώσει τη δική του εφηβεία, γι΄ αυτό και είναι απαραίτητο οι γονείς να μη συγκρίνουν, να μην «ερμηνεύουν» με βάση τα δικά τους, ούτε να έχουν συγκεκριμένες προσδοκίες. Χρειάζεται να αφιερώσουν χρόνο για να μάθουν να αφουγκράζονται τα παιδιά τους, τόσο στη λεκτική, όσο και στη μη λεκτική επικοινωνία, δηλαδή σε όσα αυτά εκφράζουν με λέξεις, αλλά και σε όσα φανερώνει το σώμα τους με τη στάση του, με το βλέμμα, τον τόνο της φωνής ή τις σιωπές. Οι αντιδραστικοί και «φωνακλάδες» έφηβοι αναγκαστικά τραβούν την προσοχή των γονιών τους, ωστόσο οι υπερβολικά ήσυχοι και εσωστρεφείς έφηβοι μπορεί να χρειάζονται πιο επείγουσα την προσοχή και την ενσυναίσθηση των γονιών τους.

Οι έφηβοι κατά κύριο λόγο αισθάνονται ανασφάλεια και αμηχανία. Εισέρχονται ξαφνικά σε μία κατάσταση μεταβατική. Δεν είναι πια παιδιά, αλλά ούτε και γνωρίζουν τι ακριβώς είναι. Είναι δύσκολο να μην αναγνωρίζουν το σώμα τους όπως το γνώριζαν, να το βλέπουν να αλλάζει με τρόπους που δεν είναι πάντα αρεστοί στους ίδιους (τρίχες, σπυράκια, πρόωρη ή αργοπορημένη ανάπτυξη, αλλαγή φωνής). Συχνά δεν αναγνωρίζουν ούτε τον εσωτερικό τους κόσμο, αφού οι ορμόνες τους καθιστούν ευερέθιστους και κυκλοθυμικούς. Οι βεβαιότητες της παιδικής ηλικίας κατακρημνίζονται, μαζί και τα σταθερά σημεία αναφοράς που είχαν οι έφηβοι ως παιδιά. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι γονείς δεν είναι πια παντοδύναμοι, ούτε εξ ορισμού αλάνθαστοι ή αξιαγάπητοι. Το γονεϊκό βάθρο γκρεμίζεται, αρχίζει η αποκαθήλωση και οι έφηβοι αντιδρούν πια σε πολλά δεδομένα. Επίσης, οι παιδικές παρέες και «οι συνεργασίες στα παιχνίδια» μπορεί να σπάσουν, αφού τα παιδιά αλλάζουν με διαφορετικό τρόπο και αναζητούν άλλα πράγματα. Κάποτε αρκούσε να μπορούν τα παιδιά να παίζουν μαζί, στην εφηβεία όμως είναι απαραίτητη μία ψυχική σύνδεση και μία οικειότητα άλλης μορφής, ώστε να καταλήξουν τα παιδιά να είναι φίλοι και να κάνουν παρέα.  Όσο για το άλλο φύλο, αντί να είναι αδιάφορο μετατρέπεται ξαφνικά σε πόλο έλξης αλλά και «βασανιστήριο».

Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, εμείς οι ενήλικες πώς θα νιώθαμε αν, χωρίς καμία προειδοποίηση, άλλαζαν όλα χωρίς να μπορούμε να στραφούμε για ασφάλεια σε όσα σημεία αναφοράς είχαμε στο παρελθόν, επειδή απλά τα στηρίγματά μας δεν μας στηρίζουν πια και χρειάζεται να βρούμε καινούργια

Όλα αυτά δεν σημαίνουν φυσικά ότι οι έφηβοι έχουν επίγνωση αυτής της κατάστασης ή ότι είναι δυστυχείς και ανασφαλείς συνέχεια. Απλώς ψάχνονται μέχρι να βρουν πώς μπορούν να ενταχθούν κάπου, να νιώσουν ασφαλείς και αποδεκτοί μέσα σε μία ομάδα. Η ομάδα στον κόσμο των εφήβων σημαίνει πάρα πολλά. Είναι η αγάπη, η ασφάλεια και η αποδοχή που μπορεί να βρουν οι έφηβοι ακόμα και σε 1-2 άλλα άτομα. Είναι τόσο απαραίτητο γι’ αυτούς να τους καταλαβαίνει κάποιος…

Ας γίνουμε λοιπόν γονείς που κατανοούν. Ή που προσπαθούν με ειλικρίνεια. Συχνά χρειάζεται απεριόριστη υπομονή γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο και σίγουρα θα γίνουν λάθη. Όμως ας κρατήσουμε στο μυαλό μας ότι πρόκειται για παιδιά – τα παιδιά μας – που ψάχνουν τα πατήματά τους. Τότε γίνεται ευκολότερο να μετατραπούμε στο προστατευτικό πλαίσιο που οι έφηβοι χρειάζονται. Μας θέλουν κοντά τους, να τους αποδεχόμαστε με τις ελλείψεις και τις αδυναμίες τους, να τους μιλάμε και να τους ακούμε με ειλικρίνεια και σεβασμό. Έτσι θα τους βοηθήσουμε να βρουν τον εαυτό τους και να ξεδιπλώσουν τις προσωπικότητές τους.ροσωπικότητές τους.