Αλήθεια, υπάρχει γονιός που να μη θέλει να είναι τα παιδιά του άριστοι μαθητές; Επίσης ταλαντούχα στα αθλήματα, όμορφα, έξυπνα, κοινωνικά και άξια σε ό,τι κάνουν; Φυσικά και δεν υπάρχει, και θα ήταν ανειλικρινής όποιος από μας ισχυριζόταν το αντίθετο. Μέχρι ενός σημείου είναι δικαιολογημένο αυτό το φαινόμενο. Κουραζόμαστε για τα παιδιά μας, είναι η χαρά και το δημιούργημα της ζωής μας, οπότε που είναι το πρόβλημα όταν τα θέλουμε τέλεια; Δεν είναι τελικά ένδειξη αγάπης;
Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα όταν απλά καμαρώνουμε για τα χαρίσματα (δηλαδή ικανότητες και δεξιότητες) των παιδιών μας και τα ενθαρρύνουμε να προοδεύσουν. Το πρόβλημα προκύπτει όταν προβάλλουμε στα παιδιά μας δικές μας απραγματοποίητες επιθυμίες, όνειρα και απωθημένα. Τα παιδιά μας «πρέπει» να κάνουν όσα δεν μπορέσαμε εμείς, αλλά τα θεωρούμε ύψιστης σημασίας. Ή πρέπει να ακολουθήσουν ένα μοντέλο ζωής αποδεκτό από εμάς. Έτσι γινόμαστε πιεστικοί ίσως και απωθητικοί, χωρίς πάντα να το καταλαβαίνουμε. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί να βλέπουμε πράγματα που δεν υπάρχουν, αντί να δούμε αυτά που υπάρχουν, θετικά και αρνητικά. Να καλλιεργήσουμε τα πρώτα και να μικρύνουμε τα δεύτερα, αφού εξηγήσουμε και στο παιδί μας ότι κάθε άνθρωπος έχει δυνατά σημεία και αδυναμίες. Μπορεί οι ικανότητες και τα χαρίσματα των παιδιών μας να είναι διαφορετικά απ’ αυτά που θα θέλαμε ως γονείς, αλλά οφείλουμε να βλέπουμε καθαρά (ή τουλάχιστον να προσπαθούμε) τι είδους άνθρωποι είναι τα παιδιά μας.
Πολύ συχνά, όλα αυτά τα χρόνια, μου έχει συμβεί στις ενημερωτικές συναντήσεις με τους γονείς αντί να έρχεται ο γονέας για να ακούσει, να έρχεται για να ενημερώσει εκείνος τους καθηγητές για τα ταλέντα του παιδιού του, την εξαιρετική του ευφυία και πολλά άλλα! Και με μεγάλη δυσκολία να ανακόπτεται η φόρα του, ώστε να ακούσει την πραγματικότητα (η οποία δεν είναι απαραίτητα κακή, απλά διαφορετική).
Δεν χρειάζεται να είναι τα παιδιά μας εξαιρετικά σε κάτι για να είμαστε περήφανοι γι’ αυτά. Ούτε να τα συγκρίνουμε με τα παιδιά συγγενών και φίλων, για να δούμε αν τα πάνε «καλύτερα ή χειρότερα». Μπορούμε να καμαρώνουμε και για τις μικρές τους επιτυχίες, όχι μόνο τις μεγάλες και εντυπωσιακές. Η φυσιολογική ανάπτυξη πραγματοποιείται σε όλες τις ηλικίες με μικρά βήματα. Ας είμαστε χαρούμενοι με αυτά τα βήματα και ας βοηθήσουμε τα παιδιά μας να ανακαλύψουν το δικό τους δρόμο. Έχουν το δικαίωμα να περπατήσουν κάτι διαφορετικό από τους γονείς τους.
Η στρέβλωση όμως ξεκινά όταν βλέπουμε τα παιδιά μας σαν τον καθρέφτη της δικής μας επιτυχίας και κυρίως της κοινωνικής. Έχουμε μερίδιο ευθύνης αν το παιδί μας δεν σπουδάσει; Τι θα πούμε στους άλλους; Και, κυρίως, τι θα σκεφτούν οι άλλοι για μας; Τα παιδιά είναι το έργο ζωής μας και η ανατροφή τους είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, γιατί έχουμε ευθύνη να διαμορφώσουμε σωστούς ανθρώπους. Όμως είναι ανεξάρτητοι άνθρωποι και ως τέτοιους πρέπει να τους βλέπουμε. Ο στόχος της ανατροφής πρέπει να είναι η ανεξαρτησία και η ευτυχία τους και όχι ό,τι ορίζουμε εμείς ως επιτυχία.
Έτσι, καταλήγουμε ξανά στο εύλογο συμπέρασμα ότι ο κάθε ενήλικας χρειάζεται να αντλεί ικανοποίηση και ευχαρίστηση από τη δική του προσωπική και επαγγελματική ζωή. Η δική μας εξέλιξη είναι στοιχείο απαραίτητο για την ανάπτυξη της προσωπικότητά μας. Οι άνθρωποι δεν σταματούμε στα δεκαοχτώ ούτε να δημιουργούμε ούτε να αναζητούμε τρόπους που θα κάνουν τη ζωή μας καλύτερη. Αν εμείς αισθανόμαστε πληρότητα από τη ζωή μας, τότε διαχέουμε στους οικείους μας αυτή την αίσθηση. Μέ λίγα λόγια, έτσι βοηθάμε τα παιδιά μας να αναζητήσουν την πληρότητα και στις δικές τους ζωές. Αν νιώθουμε θλίψη και ανεπάρκεια, χρειάζεται να δούμε με ειλικρίνεια το πρόβλημα και να μην προσδοκούμε μία «λαμπρή» επιτυχία του παιδιού μας να γεμίσει το δικό μας κενό.